Ουσιαστικά στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ουσιαστικά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
почти, фактически, по същество, същество, основно, главно, съществено
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ουσιαστικά
ουσιαστικά α κλίσης, ουσιαστικά ασκήσεις γ δημοτικού, ουσιαστικά β κλίσης, ουσιαστικά γ κλίσης, ουσιαστικά σε ειο, ουσιαστικά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ουσιαστικά στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ουρλιάζω στα βουλγαρικά - вой, писък, скимтене, пищя, вия
- ουσία στα βουλγαρικά - субстанция, вещество, веществото, вещества
- ουσιαστικό στα βουλγαρικά - съществително, съществителното, съществително име
- ουσιαστικός στα βουλγαρικά - съществен, значителна, значително, съществена, значителен
Τυχαίες λέξεις
Ουσιαστικά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: почти, фактически, по същество, същество, основно, главно, съществено
Μεταφράσεις: почти, фактически, по същество, същество, основно, главно, съществено