Échelon στα ελληνικά

Μετάφραση: échelon, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτυχίο, βήμα, βαθμός, διάβημα, βαθμολογώ, κατατάσσω, επίπεδο, έκταση, μίλησα, βηματίζω, βαθμίδα, βαθμός αξιωματικού, ιεραρχία επιχείρησης, Echelon, κλιμάκιο, το Echelon
Échelon στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • advenir στα ελληνικά - συμβαίνω, διαδραματίζω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει
  • broda στα ελληνικά - κεντημένα, κεντημένη, κεντημένο, κεντητό, κεντημένες
  • cadavre στα ελληνικά - άργιλος, υπολείμματα, πτώμα, σώμα, ισχυρός, κουφάρι, ψοφίμι, ...
  • cendre στα ελληνικά - στάχτη, τέφρα, τέφρας, νατρίου, στάχτης
Τυχαίες λέξεις
Échelon στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτυχίο, βήμα, βαθμός, διάβημα, βαθμολογώ, κατατάσσω, επίπεδο, έκταση, μίλησα, βηματίζω, βαθμίδα, βαθμός αξιωματικού, ιεραρχία επιχείρησης, Echelon, κλιμάκιο, το Echelon