Établir στα ελληνικά
Μετάφραση: établir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργοστάσιο, κάνω, εξαναγκάζω, φτιάχνω, εξακριβώνω, καθορισμένος, διορίζω, εγκαθιστώ, επισπεύδω, διατάσσω, ενσωματώνω, δημιουργώ, διαπιστώνω, διαπράττω, θεσπίζω, κράτος, καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agrément στα ελληνικά - αναψυχή, αποδοχή, επευφημώ, παρεκτροπή, επευφημίες, επευφημία, παιχνίδι, ...
- avalèrent στα ελληνικά - κατάποσης, κατάπιε, καταποθούν, καταπίνεται, καταποθεί
- commodes στα ελληνικά - αποχωρητήριο, κομοδίνα, κομό, νυκτός, νυκτός σε κάθισμα
- comparez στα ελληνικά - παραβάλλω, συγκρίνω, Σύγκριση, Συγκρίνετε, Σύγκρινε, συγκρίνετε τις
Τυχαίες λέξεις
Établir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργοστάσιο, κάνω, εξαναγκάζω, φτιάχνω, εξακριβώνω, καθορισμένος, διορίζω, εγκαθιστώ, επισπεύδω, διατάσσω, ενσωματώνω, δημιουργώ, διαπιστώνω, διαπράττω, θεσπίζω, κράτος, καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει
Μεταφράσεις: εργοστάσιο, κάνω, εξαναγκάζω, φτιάχνω, εξακριβώνω, καθορισμένος, διορίζω, εγκαθιστώ, επισπεύδω, διατάσσω, ενσωματώνω, δημιουργώ, διαπιστώνω, διαπράττω, θεσπίζω, κράτος, καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει