Affluence στα ελληνικά

Μετάφραση: affluence, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνωστισμός, πρεσάρω, συρρέω, τρέχω, κολοκύθι, πιέζω, συναθροίζομαι, πλήθος, πατικώνω, ορμή, κύμα, βιασύνη, εισροή, ροή, ζουλώ, ρέω, αφθονία, ευημερίας, ευημερία, ευμάρεια, πλούτου
Affluence στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affligées στα ελληνικά - στενοχωρούνται, πληγεί, πλήττονται, προσβληθεί, που πλήττονται
  • affligés στα ελληνικά - στενοχωρούνται, πληγεί, πλήττονται, προσβληθεί, που πλήττονται
  • affluent στα ελληνικά - εύπορος, εισροή, παραπόταμος, παραπόταμο, παραπόταμου, παραποτάμου, υποτελής
  • affluer στα ελληνικά - ροή, ρέω, συρρέω, συναθροίζομαι, πλήθος, ροής, ρέει, ...
Τυχαίες λέξεις
Affluence στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνωστισμός, πρεσάρω, συρρέω, τρέχω, κολοκύθι, πιέζω, συναθροίζομαι, πλήθος, πατικώνω, ορμή, κύμα, βιασύνη, εισροή, ροή, ζουλώ, ρέω, αφθονία, ευημερίας, ευημερία, ευμάρεια, πλούτου