Aromate στα ελληνικά
Μετάφραση: aromate, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρύκευμα, καρυκεύω, μπαχαρικό, βότανο, αρωματικός, Αρωματικά, Αρωματικό, Αρωματικές, Αρωματικοί
Μεταφράσεις
- arménien στα ελληνικά - αρμενικός, Αρμενίων, των Αρμενίων, αρμενική, αρμενικής
- armés στα ελληνικά - ένοπλος, ένοπλες, ενόπλων, ένοπλη, ένοπλων
- aromates στα ελληνικά - άρτυμα, μπαχαρικά, μπαχαρικών, καρυκεύματα, τα μπαχαρικά, καρυκευμάτων
- aromatique στα ελληνικά - αποπνέων, πικάντικος, αρωματικός, ευώδης, αρωματικό, αρωματικών, αρωματικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Aromate στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρύκευμα, καρυκεύω, μπαχαρικό, βότανο, αρωματικός, Αρωματικά, Αρωματικό, Αρωματικές, Αρωματικοί
Μεταφράσεις: καρύκευμα, καρυκεύω, μπαχαρικό, βότανο, αρωματικός, Αρωματικά, Αρωματικό, Αρωματικές, Αρωματικοί