Canon στα ελληνικά
Μετάφραση: canon, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιθύνω, καραμπίνα, βασιλεύω, αυλός, πίπα, σωλήνας, πιστόλι, τύπος, κανονικός, συνθήκη, φυσιολογικός, περιοδεία, βαρέλι, όπλο, συνέδριο, αποφασίζω, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cannibale στα ελληνικά - καννίβαλος, ανθρωποφάγος, Cannibal, κανίβαλος, κανιβάλων
- cannibalisme στα ελληνικά - καννιβαλισμός, κανιβαλισμός, κανιβαλισμού, κανιβαλισμό, ο κανιβαλισμός
- canonique στα ελληνικά - κανονικός, κανονική, κανονικό, κανονικές, κανονικών
- canonisation στα ελληνικά - αγιοποίηση, την αγιοποίηση, ανακήρυξη, αγιοποίησή, αγιοποιηθούν
Τυχαίες λέξεις
Canon στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιθύνω, καραμπίνα, βασιλεύω, αυλός, πίπα, σωλήνας, πιστόλι, τύπος, κανονικός, συνθήκη, φυσιολογικός, περιοδεία, βαρέλι, όπλο, συνέδριο, αποφασίζω, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού
Μεταφράσεις: ιθύνω, καραμπίνα, βασιλεύω, αυλός, πίπα, σωλήνας, πιστόλι, τύπος, κανονικός, συνθήκη, φυσιολογικός, περιοδεία, βαρέλι, όπλο, συνέδριο, αποφασίζω, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού