Confédérer στα ελληνικά

Μετάφραση: confédérer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτάθλημα, συνασπισμός, σύμμαχος, κατηγορία, συνασπίζομαι, συνένοχος, συνασπίζω, confederate, Συνομοσπονδιακές
Confédérer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affamés στα ελληνικά - πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
  • boucan στα ελληνικά - κραυγή, καβγάς, φωνάζω, φασαρία, αγανάκτηση, παραζάλη, κωπηλατώ, ...
  • canari στα ελληνικά - καναρίνι, Καναρίων, Καναρίους, Κανάριες, Κανάριοι
Τυχαίες λέξεις
Confédérer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτάθλημα, συνασπισμός, σύμμαχος, κατηγορία, συνασπίζομαι, συνένοχος, συνασπίζω, confederate, Συνομοσπονδιακές