Court στα ελληνικά

Μετάφραση: court, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομα, κοντολογίς, σύντομος, λιτός, ερωτοτροπώ, δικαστήριο, μικρός, λίγο, βραχύλογος, κοντός, αυλή, λακωνικός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
Court στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apothicaire στα ελληνικά - χημικός, φαρμακοποιός, αποθηκάριος, αποθηκάριο, φαρμακοποιού, apothecary
  • assigné στα ελληνικά - ανατεθεί, αποδίδεται, εκχωρηθεί, ανατίθενται, ειδικό προορισμό
  • battues στα ελληνικά - ξυλοδαρμό, ξυλοκοπήθηκε, χτυπημένο, χτυπημένα, ηττηθεί
  • captivèrent στα ελληνικά - γοητευτεί, αιχμαλώτισε, γοητεύσει, γοητεύτηκε, γοήτευσε
Τυχαίες λέξεις
Court στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομα, κοντολογίς, σύντομος, λιτός, ερωτοτροπώ, δικαστήριο, μικρός, λίγο, βραχύλογος, κοντός, αυλή, λακωνικός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής