Λέξη: εγκεφαλικός
Σχετικές λέξεις: εγκεφαλικός
εγκεφαλικός μίσχος, εγκεφαλικός άνθρωπος, εγκεφαλικός εγκολεασμός, εγκεφαλικός πυρετός, εγκεφαλικός όγκος, εγκεφαλικός τύπος, εγκεφαλικός φλοιός, εγκεφαλικός θάνατος ppt, εγκεφαλικός θάνατος καρακατσάνης, εγκεφαλικός θάνατος
Μεταφράσεις: εγκεφαλικός
εγκεφαλικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cerebral, brain
εγκεφαλικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cerebral, cerebrales, cerebro
εγκεφαλικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zerebral, zerebralen, Hirn, zerebrale, Gehirn
εγκεφαλικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cérébral, cérébrale, cérébrales, cérébraux, cerveau
εγκεφαλικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cerebrale, cerebrali
εγκεφαλικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cerebral, cerebrais
εγκεφαλικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hersen-, cerebrale, cerebraal, hersen, hersenen
εγκεφαλικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мозговой, головной, церебральный, головного мозга, церебральным, церебральной
εγκεφαλικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
cerebral, hjerne, cerebralt, cerebrale
εγκεφαλικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
cerebral, cerebrala, hjärn, cerebralt, hjärnan
εγκεφαλικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hengen, henkinen, aivojen, CP, aivo-, aivoinfarktin
εγκεφαλικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
cerebral, cerebrale, cerebralt, hjernen, hjerne
εγκεφαλικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
intelektuální, mozkový, cerebrální, mozková, mozkové
εγκεφαλικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
intelektualny, mózgowy, cerebralny, mózgowe, mózgowych, mózgowa
εγκεφαλικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
agyi, agy-, cerebrális, az agyi, cerebralis
εγκεφαλικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
beyin, serebral, beyinsel
εγκεφαλικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
церебральний, церебральна, мозковий, церебральне
εγκεφαλικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i trurit, trunor, cerebrale, cerebral, trurit
εγκεφαλικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
церебрален, церебрална, мозъчен, мозъчна, мозъчната
εγκεφαλικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цэрэбральны
εγκεφαλικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
peaaju-, aju, tserebraalne, peaaju, tserebraalse
εγκεφαλικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
moždani, cerebralne, cerebralni, cerebralna, cerebralnu
εγκεφαλικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heila, í heila, heilaæðum, heilablæðing, heila-
εγκεφαλικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
cerebrinis, smegenų, galvos smegenų, cerebrinės, cerebriniu
εγκεφαλικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
smadzeņu, cerebrālā, cerebrāla, cerebrālo, cerebrālās
εγκεφαλικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
церебрална, церебрални, церебралната, церебралниот, церебрално
εγκεφαλικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cerebral, cerebrală, cerebrale, cerebrala
εγκεφαλικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
cerebralno, cerebralne, cerebralna, cerebralni, možganska
εγκεφαλικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
intelektuálne, intelektuálna, intelektuálnej, intelektuálny, intelektuálnu
Τυχαίες λέξεις