Déclivité στα ελληνικά

Μετάφραση: déclivité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαρασμός, πτώση, λοξότητα, κατηφορίζω, πέφτω, πλαγιά, βουτώ, κατήφορος, καταγωγή, ξεπεσμός, εκπίπτω, κλίνω, γέρνω, κατωφέρεια, declivity, κατηφοριά
Déclivité στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absoudre στα ελληνικά - χάρη, αφορμή, απαλλάσσω, δικαιολογία, συγχώρηση, παραβλέπω, συγχωρώ, ...
  • avant-garde στα ελληνικά - εμπροσθοφυλακή, πρωτοπορία, πρωτοπορίας, εμπροσθοφυλακής, πρωτοπόρα
  • brûle στα ελληνικά - εγκαύματα, εγκαυμάτων, τα εγκαύματα, καίει
  • ciselant στα ελληνικά - λάξευση, καλέμισμα, σμίλευση, chiseling, σμιλεύματος
Τυχαίες λέξεις
Déclivité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαρασμός, πτώση, λοξότητα, κατηφορίζω, πέφτω, πλαγιά, βουτώ, κατήφορος, καταγωγή, ξεπεσμός, εκπίπτω, κλίνω, γέρνω, κατωφέρεια, declivity, κατηφοριά