Démontrer στα ελληνικά
Μετάφραση: démontrer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δείχνω, έκθεμα, διαδηλώνω, μαρτυρία, αποδεικνύω, στοιχεία, απόδειξη, αναδύομαι, φανερώνω, εμφανίζομαι, διαπληκτίζομαι, πιστοποιώ, διαφωνώ, φαίνομαι, παράσταση, μαρτυρώ, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affamant στα ελληνικά - πεθαίνουν από την πείνα, λιμοκτονούν, που λιμοκτονούν, πεινασμένους, λιμοκτονεί
- affilés στα ελληνικά - ακονισμένα, ακονισμένο, ακονισμένη, αιχμηρό, ακονίζεται
- batelier στα ελληνικά - λεμβούχος, Waterman, η Waterman
- blackbouler στα ελληνικά - καταψηφίζω, μαύρη ψήφος
Τυχαίες λέξεις
Démontrer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δείχνω, έκθεμα, διαδηλώνω, μαρτυρία, αποδεικνύω, στοιχεία, απόδειξη, αναδύομαι, φανερώνω, εμφανίζομαι, διαπληκτίζομαι, πιστοποιώ, διαφωνώ, φαίνομαι, παράσταση, μαρτυρώ, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει
Μεταφράσεις: δείχνω, έκθεμα, διαδηλώνω, μαρτυρία, αποδεικνύω, στοιχεία, απόδειξη, αναδύομαι, φανερώνω, εμφανίζομαι, διαπληκτίζομαι, πιστοποιώ, διαφωνώ, φαίνομαι, παράσταση, μαρτυρώ, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει