Dénicher στα ελληνικά
Μετάφραση: dénicher, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαφαίνομαι, αποβάλλω, αποκαλύπτω, απελαύνω, εύρημα, ίχνος, ανεύρεση, ανιχνεύω, υπόλειμμα, ανακαλύπτω, βρίσκω, εκθάπτω, ξεθάψει, αποκαλύψει, unearth, ξετρυπώνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accompagnant στα ελληνικά - συνοδευτικά, συνοδευτικό, συνοδευτικές, συνοδευτικών, συνοδευτική
- affilez στα ελληνικά - ξύνω, ακονίζω, οξύνει, οξύνουν, εντείνει, ακονίσουν
- articula στα ελληνικά - αρθρωτό, αρθρωτά, αρθρωτών, αρθρωτού, αρθρωτή
Τυχαίες λέξεις
Dénicher στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαφαίνομαι, αποβάλλω, αποκαλύπτω, απελαύνω, εύρημα, ίχνος, ανεύρεση, ανιχνεύω, υπόλειμμα, ανακαλύπτω, βρίσκω, εκθάπτω, ξεθάψει, αποκαλύψει, unearth, ξετρυπώνω
Μεταφράσεις: διαφαίνομαι, αποβάλλω, αποκαλύπτω, απελαύνω, εύρημα, ίχνος, ανεύρεση, ανιχνεύω, υπόλειμμα, ανακαλύπτω, βρίσκω, εκθάπτω, ξεθάψει, αποκαλύψει, unearth, ξετρυπώνω