Expérimenté στα ελληνικά

Μετάφραση: expérimenté, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπειρίες, εμπειριών, εμπειρία, τις εμπειρίες, την εμπειρία
Expérimenté στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • assiégée στα ελληνικά - πολιόρκησε, πολιορκημένοι, πολιορκήθηκε, πολιορκείται, πολιόρκησαν
  • bronchai στα ελληνικά - δειλιάζω, χαμήλωσε το βλέμμα, χαμήλωσε το βλέμμα του, δειλιάσει, οπισθοχωρώ
  • caïn στα ελληνικά - Κάιν, Cain, ο Κάιν, Κάϊν, τον Κάιν
Τυχαίες λέξεις
Expérimenté στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπειρίες, εμπειριών, εμπειρία, τις εμπειρίες, την εμπειρία