Inaccessible στα ελληνικά
Μετάφραση: inaccessible, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απομακρυσμένος, ψυχρός, απρόσιτος, απόμακρος, απόκεντρος, απρόσιτες, απρόσιτη, απρόσιτα, δυσπρόσιτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accréditée στα ελληνικά - διαπιστευμένος, διαπιστευμένο, διαπιστευμένων, διαπιστευμένους, διαπιστευμένοι
- bluter στα ελληνικά - λιχνίζω, γαζών, Βίδωμα, σύσφιξης, σύνδεσης με μπουλόνια, Συρταρωτές
- canevas στα ελληνικά - διαστρεβλώνω, διατυπώνω, σκελετός, σκίτσο, καμβάς, σκιαγράφηση, δομή, ...
- compliquée στα ελληνικά - πολύπλοκος, περίπλοκος, περίπλοκη, περίπλοκο, πολύπλοκη
Τυχαίες λέξεις
Inaccessible στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απομακρυσμένος, ψυχρός, απρόσιτος, απόμακρος, απόκεντρος, απρόσιτες, απρόσιτη, απρόσιτα, δυσπρόσιτες
Μεταφράσεις: απομακρυσμένος, ψυχρός, απρόσιτος, απόμακρος, απόκεντρος, απρόσιτες, απρόσιτη, απρόσιτα, δυσπρόσιτες