Inculpé στα ελληνικά
Μετάφραση: inculpé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατηγορούμενος, υπόδικος, χρεώνεται, φορτισμένη, χρεώνονται, χρεωθεί, φορτισμένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- broute στα ελληνικά - εκδορές, βόσκει, γδαρσίματα, αμυχές, γρατσουνιές
- brutalisèrent στα ελληνικά - κακοποιούνται, κακοποιήθηκε, κακομεταχειριστεί, βαρβαρότητα προς
- chauffée στα ελληνικά - θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
- citronnade στα ελληνικά - λεμονάδα, λεμονάδας, αναψυκτικού, η λεμονάδα, από λεμονάδα
Τυχαίες λέξεις
Inculpé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατηγορούμενος, υπόδικος, χρεώνεται, φορτισμένη, χρεώνονται, χρεωθεί, φορτισμένα
Μεταφράσεις: κατηγορούμενος, υπόδικος, χρεώνεται, φορτισμένη, χρεώνονται, χρεωθεί, φορτισμένα