Indigent στα ελληνικά

Μετάφραση: indigent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζητιάνος, άπορος, πενιχρός, φτωχός, καημένος, λιγοστός, ελεεινός, ενδεής, άπορους, απόρους, ενδεείς
Indigent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adultérez στα ελληνικά - νοθεύω, αλλοιώνω
  • aphrodisiaque στα ελληνικά - αφροδισιακό, αφροδισιακή, αφροδισιακές, aphrodisiac, αφροδισιακά
  • barje στα ελληνικά - Barje
Τυχαίες λέξεις
Indigent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζητιάνος, άπορος, πενιχρός, φτωχός, καημένος, λιγοστός, ελεεινός, ενδεής, άπορους, απόρους, ενδεείς