Λέξη: πυγμή
Σχετικές λέξεις: πυγμή
πυγμή ευόσμου, πυγμή λεξικό, πυγμή στα αγγλικά, πυγμή βέροιας, πυγμή συνώνυμα, πυγμή ετυμολογία, πυγμή ορισμός, πυγμή πάτρα
Συνώνυμα: πυγμή
γροθιά, γρόνθος, κόνδυλος
Μεταφράσεις: πυγμή
πυγμή στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fist, grip, iron fist, his fist, an iron fist
πυγμή στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
puño, el puño, puño de, del puño, puñetazo
πυγμή στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
faust, Faust, der Faust, fist, die Faust
πυγμή στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
poing, le poing, fist, de poing, poigne
πυγμή στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pugno, pugno di, il pugno, fist, mano
πυγμή στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cana, punho, mão, o punho, punho de, do punho
πυγμή στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
knuist, vuist, fist, de vuist
πυγμή στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рука, кулак, Fist, кулаком, кулака, Кистевое
πυγμή στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
neve, knyttneve, fist, neven, knyttneven
πυγμή στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
näve, knytnäve, fist, näven, knytn
πυγμή στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ote, nyrkki, koura, pivo, Fist, nyrkein, nyrkkiin, nyrkkiä
πυγμή στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
næve, knytnæve, fist
πυγμή στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pěst, pěstí, pěsti, fist
πυγμή στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kułak, pięść, fist, pięści, pięścią
πυγμή στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ököl, öklét, ököllel, ökle, öklével
πυγμή στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yumruk, Fist, yumruk kullanımı, Yumruğu
πυγμή στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кулак, кулака, куркуль
πυγμή στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
grusht, grusht të, grushtin, grusht i, qëlloj me grusht
πυγμή στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кулак, юмрук, юмрука, с юмрук, юмруци
πυγμή στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кулак
πυγμή στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rusikas, rusikaga, esmalt, fist, rusika
πυγμή στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pesnica, šaka, šakom, šaku, šake
πυγμή στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hnefi, hnefa, hnefann, hnefa til
πυγμή στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kumštis, kumštį, kumščiu, kumščio, fist
πυγμή στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dūre, dūri, dūres, fist
πυγμή στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тупаницата, тупаница
πυγμή στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pumn, pumnul, pumn de, pumnului, cu pumnul
πυγμή στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
fist, pest, vlogi najprej, pesti, v vlogi najprej
πυγμή στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
päsť