Légitimité στα ελληνικά

Μετάφραση: légitimité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νομιμότητα, νομιμότητας, νομιμοποίηση, νομιμοποίησης, νομιμότητά
Légitimité στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • artimon στα ελληνικά - ιστός της πρύμης, Mizzen, οπίσθιος ιστός
  • brocart στα ελληνικά - μπροκάρ, Brocade, της Brocade, μπροκαρ, Brocade για
  • classai στα ελληνικά - απόρρητος
  • commentés στα ελληνικά - σχολίασε, σχολίασαν, δήλωσε, σχολίασε ο
Τυχαίες λέξεις
Légitimité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νομιμότητα, νομιμότητας, νομιμοποίηση, νομιμοποίησης, νομιμότητά