Léthargie στα ελληνικά
Μετάφραση: léthargie, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νωθρότητα, λήθαργος, λήθαργο, λήθαργου, το λήθαργο, λήθαργό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affamée στα ελληνικά - πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
- cambrioleur στα ελληνικά - εισβολέας, διαρρήκτης, Αντιδιαρρηκτικά, διαρρήκτη, διαρρηκτών, αντιδιαρρηκτικού
- canne στα ελληνικά - κοντάρι, προσωπικό, χώνω, ραβδί, καλάμι, ρόπαλο, βέργα, ...
- carbonisa στα ελληνικά - απανθρακωμένα, απανθρακωμένη, απανθρακωμένο, απανθρακωμένοι, απανθρακωμένων
Τυχαίες λέξεις
Léthargie στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νωθρότητα, λήθαργος, λήθαργο, λήθαργου, το λήθαργο, λήθαργό
Μεταφράσεις: νωθρότητα, λήθαργος, λήθαργο, λήθαργου, το λήθαργο, λήθαργό