Laid στα ελληνικά

Μετάφραση: laid, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άσχημος, βρώμικος, ανέντιμος, απαίσιος, βρόμικος, ακάθαρτος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
Laid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adaptèrent στα ελληνικά - προσαρμόζονται, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένη, προσαρμοσμένα, προσαρμοσμένες
Τυχαίες λέξεις
Laid στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άσχημος, βρώμικος, ανέντιμος, απαίσιος, βρόμικος, ακάθαρτος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες