Largesse στα ελληνικά

Μετάφραση: largesse, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίδομα, μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία, πριμοδότηση, γενναίο δώρο, γενναιοδωρίας, απλοχεριά, την απλοχεριά
Largesse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agies στα ελληνικά - διαδραματίζεται, έδρασε, άκαιρης δράσης, διαδραματίζεται μπροστά τους, εκτυλίχθηκε
  • agrégé στα ελληνικά - Συνεργάτης, Αναπληρωτής, Αναπληρώτρια, Αναπληρωτή, Αναπλ
  • brise στα ελληνικά - αύρα, αέρας, αεράκι, ατμόσφαιρα, αύρας, αύρα της, παιχνιδάκι
  • bénéficièrent στα ελληνικά - επωφελήθηκαν, ωφελήθηκαν, επωφελήθηκε, επωφεληθεί, ωφελήθηκε
Τυχαίες λέξεις
Largesse στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίδομα, μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία, πριμοδότηση, γενναίο δώρο, γενναιοδωρίας, απλοχεριά, την απλοχεριά