Linguiste στα ελληνικά
Μετάφραση: linguiste, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- artificiellement στα ελληνικά - τεχνητά, τεχνητή, τεχνητώς, τεχνητό, τεχνητό τρόπο
- bismuth στα ελληνικά - βισμούθιο, βισμούθιου, βισμουθίου, του βισμούθιου, το βισμούθιο
- bottent στα ελληνικά - κλοτσώ
- cailler στα ελληνικά - συμπυκνώνω, μειώνω, πήζω, κοπάζω, συνοψίζω, υγροποιώ, τυροποιούμαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Linguiste στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Μεταφράσεις: γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς