Obstruent στα ελληνικά

Μετάφραση: obstruent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακωλύω, κωλυσιεργώ, τσόκαρο, εμποδίζω, βουλώνω, clog που, κωλύω
Obstruent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • achoppement στα ελληνικά - στένωση, φράγμα, παρεμβολή, μπάρα, στηρίγματα, εμπόδιο, φραγμός, ...
  • allaités στα ελληνικά - θηλάζουν, που θηλάζουν, θηλάσει, θηλάζοντα, θηλάζον
  • commissionnée στα ελληνικά - ανέθεσε, ανατέθηκε, αναθέσει, ανατεθεί, που ανατέθηκε
Τυχαίες λέξεις
Obstruent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακωλύω, κωλυσιεργώ, τσόκαρο, εμποδίζω, βουλώνω, clog που, κωλύω