Pêchent στα ελληνικά

Μετάφραση: pêchent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσβάλλω, αμαρτία, αμαρτίας, την αμαρτία, η αμαρτία, αμάρτημα
Pêchent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accablant στα ελληνικά - ολέθριος, καταπιεστικός, καταστρεπτικός, συντριπτική, συντριπτικό, συντριπτικής, συντριπτικά, ...
  • accord στα ελληνικά - διακυβεύω, συνθήκη, οικισμός, συνέδριο, άδεια, σύμφωνο, συγκατανεύω, ...
  • amadoueur στα ελληνικά - κόλακας
  • componé στα ελληνικά - ατάραχος, compony
Τυχαίες λέξεις
Pêchent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσβάλλω, αμαρτία, αμαρτίας, την αμαρτία, η αμαρτία, αμάρτημα