Penderie στα ελληνικά
Μετάφραση: penderie, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιέζω, πρεσάρω, ντουλάπα, γκαρνταρόμπα, ντουλάπας, την ντουλάπα, την γκαρνταρόμπα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alouette στα ελληνικά - κορυδαλλός, Lark, Κορυδαλος, κορυδαλός, αφροντισία
- ambigu στα ελληνικά - ασαφής, σκοτεινός, θαμπός, αμυδρός, κρύβω, δυσνόητος, διφορούμενος, ...
- branchés στα ελληνικά - συνδεδεμένος, συνδέεται, συνδέονται, συνδεδεμένο, συνδεθεί
Τυχαίες λέξεις
Penderie στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιέζω, πρεσάρω, ντουλάπα, γκαρνταρόμπα, ντουλάπας, την ντουλάπα, την γκαρνταρόμπα
Μεταφράσεις: πιέζω, πρεσάρω, ντουλάπα, γκαρνταρόμπα, ντουλάπας, την ντουλάπα, την γκαρνταρόμπα