Peser στα ελληνικά
Μετάφραση: peser, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθμίζω, κορμοστασιά, αποτολμώ, ζυγίζω, ζυγιάζω, αναμετρώ, εσκεμμένος, τολμώ, επιχειρώ, συλλογίζομαι, θεωρώ, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affectées στα ελληνικά - επιτηδευμένος, επηρεάζονται, επηρεάζεται, που επηρεάζονται, επηρεαστεί, επηρεαστούν
- blessons στα ελληνικά - λαβώνω, τραυματίζω, τραύμα, τραυματισμός, βλάβη, πλήγμα, βλάψει, ...
- calmées στα ελληνικά - ηρέμησε, ηρεμήσει, καταλαγιάσει, ηρέμησαν, ηρεμεί
- citronnier στα ελληνικά - λεμόνι, λεμονιού, λεμονιών, λεμονιές, το λεμόνι
Τυχαίες λέξεις
Peser στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθμίζω, κορμοστασιά, αποτολμώ, ζυγίζω, ζυγιάζω, αναμετρώ, εσκεμμένος, τολμώ, επιχειρώ, συλλογίζομαι, θεωρώ, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
Μεταφράσεις: σταθμίζω, κορμοστασιά, αποτολμώ, ζυγίζω, ζυγιάζω, αναμετρώ, εσκεμμένος, τολμώ, επιχειρώ, συλλογίζομαι, θεωρώ, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται