Pour στα ελληνικά

Μετάφραση: pour, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προς, μέχρι, μαζί, με, πάνω, κατά, διαμέσου, μετά, όπως, ώσπου, εντός, τελείωσε, κάθε, σε, σαν, για, να
Pour στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abruptement στα ελληνικά - κοφτά, απότομα, απροσδόκητα, ξηρά
  • anachorète στα ελληνικά - ασκητής, ερημίτης, αναχωρήτης, αναχωρητή, αναχωρητής, ασκητή
  • anoblir στα ελληνικά - εξευγενίζω, εξευγενίση, εξευγενισμός, εξευγενίζει, εξευγενίσει
  • aromatisée στα ελληνικά - αρωματισμένα, αρωματισμένο, γεύση, αρωματισμένη, με γεύση
Τυχαίες λέξεις
Pour στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προς, μέχρι, μαζί, με, πάνω, κατά, διαμέσου, μετά, όπως, ώσπου, εντός, τελείωσε, κάθε, σε, σαν, για, να