Λέξη: εκεί

Σχετικές λέξεις: εκεί

εκεί που χτυπά η καρδιά μου, εκεί που δεν το περιμένεις, εκεί ψηλά στον υμηττό υπάρχει κάποιο μυστικό, εκεί που είσαι ήμουν, εκεί στο νότο, εκεί που ζουν οι τίγρεις, εκεί όπου ανθίζουν οι υάκινθοι, εκεί που δεν φαίνεται ο θεός, εκεί που ανοίγει ένα σχολείο κλείνει μια φυλακή, εκεί που πολεμάνε και πεθαίνουν οι άνθρωποι για έναν καινούργιο κόσμο εκεί θα σε περιμένω

Συνώνυμα: εκεί

έτι, εις τούτο

Μεταφράσεις: εκεί

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
there, thereto, where, therein, here
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
allí, allá, ahí, acullá, ya está, hay, no, existe
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dorthin, da, dahin, dort, es, gibt, gibt es
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
y, la, là, ici, il, il ya, il n'y
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
là, costì, ci, vi, non, c'è
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ali, acolá, aí, lá, terapia, além, há, não, existe, existem
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
daarginds, daar, er, daarheen, ginds, aldaar, 'r, is er, zijn er, zijn
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тут, вон, туда, ишь, здесь, ну, там, есть, существует, имеется, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
der, det, er det, er, dit
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dit, där, det, finns, det inte, finns det
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
siinä, tuonne, siellä, tuolla, siitä, sinne, on, ei, olemassa, on olemassa
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
der, er der, er, der ikke, at der
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tam, tady, zde, se, existuje, ještě
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tam, tamże, nie, istnieje, jest, znajduje
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
oda, amott, ott, van, vannak, létezik, még
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
orada, var, vardır, yoktur, bulunmaktadır
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ну, отут, ось, сюди-туди, отам, от, знов-туди, там
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
atje, aty, andej, ja, ka, nuk, ekziston
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нататък, там, натам, има, съществува, съществуват, налице
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
там, тамака
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
seal, sinna, ei, on, olemas, et
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ondje, tu, onamo, drugdje, tamo, da, postoji, postoje, ima
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þar, það, að það, þá, þarna
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ibi, illic
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ten, yra, nėra, čia, kad
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tur, ir, pastāv, nav, ka
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
таму, постојат, има, постои, нема
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dincolo, acolo, există, nu, exista, se
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tam, obstaja, obstajajo, ni, da
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tam, tu, prípade

Στατιστικά δημοτικότητας: εκεί

Τυχαίες λέξεις