Λέξη: μεγαλορρημοσύνη

Μεταφράσεις: μεγαλορρημοσύνη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bombast, megalorrimosyni
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwulst, megalorrimosyni
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
boursouflage, bouffissure, megalorrimosyni
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
высокопарность, напыщенность, megalorrimosyni
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paasaus, megalorrimosyni
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nabubřelost, bombastičnost, megalorrimosyni
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
patetyczność, napuszoność, megalorrimosyni
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пишномовність, megalorrimosyni
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
teose, megalorrimosyni
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bombastičnost, megalorrimosyni
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
megalorrimosyni
Τυχαίες λέξεις