Résistant στα ελληνικά
Μετάφραση: résistant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκληρός, απόδειξη, απρόθυμος, απρόσβλητος, πειστήριο, σκληροτράχηλος, ανεκτικός, ανθεκτικός, διστακτικός, άτρωτος, δύσκολος, ανθεκτικά, ανθεκτικό, ανθεκτική, ανθεκτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abrutir στα ελληνικά - αποβλακώνω, αποναρκώνω, ζαλίζω
- artistique στα ελληνικά - καλλιτεχνικός, καλλιτεχνική, καλλιτεχνικής, καλλιτεχνικό, καλλιτεχνικές
- belgique στα ελληνικά - Βέλγιο, Βελγίου, το Βέλγιο, στο βέλγιο, του Βελγίου
- bluter στα ελληνικά - λιχνίζω, γαζών, Βίδωμα, σύσφιξης, σύνδεσης με μπουλόνια, Συρταρωτές
Τυχαίες λέξεις
Résistant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκληρός, απόδειξη, απρόθυμος, απρόσβλητος, πειστήριο, σκληροτράχηλος, ανεκτικός, ανθεκτικός, διστακτικός, άτρωτος, δύσκολος, ανθεκτικά, ανθεκτικό, ανθεκτική, ανθεκτικών
Μεταφράσεις: σκληρός, απόδειξη, απρόθυμος, απρόσβλητος, πειστήριο, σκληροτράχηλος, ανεκτικός, ανθεκτικός, διστακτικός, άτρωτος, δύσκολος, ανθεκτικά, ανθεκτικό, ανθεκτική, ανθεκτικών