Son στα ελληνικά

Μετάφραση: son, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατμόσφαιρα, αυτήν, του, ήχος, αυτή, της, αυτόν, γερός, τον, τόνος, σας, φωνή, αυτού
Son στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abomine στα ελληνικά - αποστρέφομαι, μισώ, βδελύσσομαι, απεχθάνομαι
  • affectèrent στα ελληνικά - επιτηδευμένος
  • amaigrissent στα ελληνικά - αδυνατίζω
  • attentent στα ελληνικά - προσπαθώ, απόπειρα, προσπάθεια
Τυχαίες λέξεις
Son στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατμόσφαιρα, αυτήν, του, ήχος, αυτή, της, αυτόν, γερός, τον, τόνος, σας, φωνή, αυτού