Spécifier στα ελληνικά
Μετάφραση: spécifier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατίδιο, καθορίζω, κράτος, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, διευκρινίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acceptés στα ελληνικά - Αποδεκτές, Δεκτές, αποδεκτή, Αποδεκτό, τις αποδεκτές
- actionnant στα ελληνικά - λειτουργίας, λειτουργικές, λειτουργικό, λειτουργικών, λειτουργικά
- allié στα ελληνικά - συγγενής, φίλος, συγγενικός, φίλοι, φίλη, σύμμαχος, σύμμαχο, ...
- astérisque στα ελληνικά - αστερίσκος, αστέρι, πρωταγωνιστής, αστερίσκο, τον αστερίσκο, αστερίσκου, αστεράκι
Τυχαίες λέξεις
Spécifier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατίδιο, καθορίζω, κράτος, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, διευκρινίζει
Μεταφράσεις: κρατίδιο, καθορίζω, κράτος, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, διευκρινίζει