Suspends στα ελληνικά

Μετάφραση: suspends, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρεμώ, αναστέλλω, αναστείλει, να αναστείλει, αναστέλλει, αναστείλουν, αναστολή
Suspends στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acquiescé στα ελληνικά - συναινέσει, συναίνεσε, συγκατατεθεί, συναίνεσαν, συγκατατέθηκε
  • bavoir στα ελληνικά - σαλιάρα, BiB, της BiB, φόρμες με, φόρμες με μπούστο
  • ceinte στα ελληνικά - περιβάλλεται, που περιβάλλεται, περιβάλλονται, περιτριγυρισμένο, που περιβάλλονται
  • colombe στα ελληνικά - περιστέρι, περιστεριού, περιστερά, το περιστέρι, περιστεριών
Τυχαίες λέξεις
Suspends στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρεμώ, αναστέλλω, αναστείλει, να αναστείλει, αναστέλλει, αναστείλουν, αναστολή