Teinture στα ελληνικά

Μετάφραση: teinture, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεκιάζω, βάμμα, απόχρωση, κηλίδα, βάφω, βαφή, βαφής, τη βαφή, βαφικά, η βαφή
Teinture στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alléguée στα ελληνικά - φερόμενος, υποτιθέμενη, εικαζόμενη, φερόμενη, υποτιθέμενες, προβαλλόμενη
  • artistique στα ελληνικά - καλλιτεχνικός, καλλιτεχνική, καλλιτεχνικής, καλλιτεχνικό, καλλιτεχνικές
  • capturons στα ελληνικά - αιχμαλωτίζω, αιχμαλωσία, είναι, Δεν, αποτελούν, έχουν, οι
  • compté στα ελληνικά - καταμέτρηση, μετρήθηκαν, υπολογίζονται, υπολογίζεται, συνυπολογίζονται
Τυχαίες λέξεις
Teinture στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεκιάζω, βάμμα, απόχρωση, κηλίδα, βάφω, βαφή, βαφής, τη βαφή, βαφικά, η βαφή