Trempé στα ελληνικά
Μετάφραση: trempé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οργή, μετριάζω, σκληραίνω, διάθεση, ιδιοσυγκρασία, την ψυχραιμία, ψυχραιμία
Μεταφράσεις
- aidez στα ελληνικά - επικουρία, βοήθεια, αρωγή, βοηθός, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, ...
- alanguis στα ελληνικά - ατονώ, νωθρός, νωχελική, νωθρό, άτονος, χωλαίνουσα
- armure στα ελληνικά - πανοπλία, όπλα, εξοπλισμός, θωράκιση, πανοπλίας, θωράκισης, πανοπλίες
- armèrent στα ελληνικά - οπλίστηκαν
Τυχαίες λέξεις
Trempé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οργή, μετριάζω, σκληραίνω, διάθεση, ιδιοσυγκρασία, την ψυχραιμία, ψυχραιμία
Μεταφράσεις: οργή, μετριάζω, σκληραίνω, διάθεση, ιδιοσυγκρασία, την ψυχραιμία, ψυχραιμία