Trempage στα ελληνικά
Μετάφραση: trempage, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμποτίζω, μουσκεύω, μούλιασμα, μούσκεμα, εμποτισμός, διαβροχή, εμποτισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antipyrétique στα ελληνικά - αντιπυρετικός, αντιπυρετική, αντιπυρετικό, αντιπυρετικές, αντιπυρετικά
- celluloïd στα ελληνικά - ταρταρούγα, ζελατίνη, ζελατίνα, σελιλόιντ, κυτταρινοειδή
- chassées στα ελληνικά - οδηγείται, με γνώμονα, γνώμονα, οδηγούνται, κινείται
Τυχαίες λέξεις
Trempage στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμποτίζω, μουσκεύω, μούλιασμα, μούσκεμα, εμποτισμός, διαβροχή, εμποτισμού
Μεταφράσεις: εμποτίζω, μουσκεύω, μούλιασμα, μούσκεμα, εμποτισμός, διαβροχή, εμποτισμού