Végétal στα ελληνικά
Μετάφραση: végétal, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργοστάσιο, βοτανικός, φυτεύω, λαχανικό, φυτό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- annexèrent στα ελληνικά - προσαρτημένος, προσαρτάται, που προσαρτάται, που επισυνάπτεται, προσαρτώνται
- antécédent στα ελληνικά - γνήσιος, πρώην, αργός, πρωτότυπος, πρόσθιος, αργά, τελευταίος, ...
- athéistique στα ελληνικά - άθεος, αθεϊστική, αθεϊστικές, αθεϊστικών, αθεϊστικό
- capturée στα ελληνικά - συλλαμβάνονται, κατέλαβε, συλλαμβάνεται, συλληφθεί, σταματούν
Τυχαίες λέξεις
Végétal στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργοστάσιο, βοτανικός, φυτεύω, λαχανικό, φυτό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό
Μεταφράσεις: εργοστάσιο, βοτανικός, φυτεύω, λαχανικό, φυτό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό