Συνομιλητής στα αγγλικά

Μετάφραση: συνομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
interlocutor, Chatter, participant, caller, other party
Συνομιλητής στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συνομιλητής

interlocutor
  • συνομιλητής

Σχετικές λέξεις: συνομιλητής

συνομιλητής translate, συνομιλητής συνώνυμο, συνομιλητής συνώνυμα, συνομιλητής λεξικό γλώσσας αγγλικά, συνομιλητής στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • συνολικός στα αγγλικά - overall, total, aggregate
  • συνομιλία στα αγγλικά - conversation, chat, call, talk, chatting
  • συνομιλώ στα αγγλικά - converse, talk, confabulate, speak with, chat
  • συνομοσπονδία στα αγγλικά - confederation, confederation of, federation, confederation shall, a confederation
Τυχαίες λέξεις
Συνομιλητής στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: interlocutor, Chatter, participant, caller, other party