Überholen στα ελληνικά
Μετάφραση: überholen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσπερνώ, πιάνω, αρπάζω, ξεπερνώ, προσπεράσει, προσπεράσεις, προσπέραση, ξεπεράσει, ξεπεράσει την
Μεταφράσεις
- asthma στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
- befeuchtung στα ελληνικά - ύγρανση, ύγρανσης, υγροποίησης, υγράνσεως, υγροποίηση
- betreuen στα ελληνικά - περιποιούμαι, επιμελούμαι, φροντίζω, προσέχω, φροντίζουν, φροντίσουν, φροντίσει
- bruchband στα ελληνικά - δένω, αντηρίδων, διασυνδετικής λάμας, διασυνδετική λάμα, truss
Τυχαίες λέξεις
Überholen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσπερνώ, πιάνω, αρπάζω, ξεπερνώ, προσπεράσει, προσπεράσεις, προσπέραση, ξεπεράσει, ξεπεράσει την
Μεταφράσεις: προσπερνώ, πιάνω, αρπάζω, ξεπερνώ, προσπεράσει, προσπεράσεις, προσπέραση, ξεπεράσει, ξεπεράσει την