Überziehen στα ελληνικά
Μετάφραση: überziehen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλτό, επιφάνεια, αναδύομαι, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Μεταφράσεις
- adapter στα ελληνικά - γρύλος, προσαρμογέας, προσαρμογέα, μετασχηματιστή, του προσαρμογέα, προσαρμοστή
- anekdotenhaft στα ελληνικά - ανέκδοτα, ανέκδοτες, ανεπίσημα, ανεκδοτικά, αποσπασματικά
- besonderheiten στα ελληνικά - accouterment
- dreiwertig στα ελληνικά - τριδύναμος, τρισθενής, τρισθενούς, τρισθενές, τρισθενή
Τυχαίες λέξεις
Überziehen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλτό, επιφάνεια, αναδύομαι, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Μεταφράσεις: παλτό, επιφάνεια, αναδύομαι, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης