Λέξη: πρύμνη
Σχετικές λέξεις: πρύμνη
πρύμνη του σκάφους, πρύμνη και πλώρη, πρύμνη πλοίου, πρύμνη στα αγγλικα
Συνώνυμα: πρύμνη
άνω κατάστρωμα της πρύμνης
Μεταφράσεις: πρύμνη
πρύμνη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
stern, poop, astern, the stern, aft
πρύμνη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
popa, austero, caca, poop, caca de, popó
πρύμνη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
arsch, gesäß, heck, hintern, ernst, po, boden, Poop, Hütte, kacken, kacken sie, Kot
πρύμνη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dur, rude, derrière, austère, sérieux, croupe, poupe, arrière, postérieur, fin, fesses, rigide, rigoureux, grave, cul, atroce, merde
πρύμνη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
severo, poppa, cacca, di poppa, cacca di, cattivo odore
πρύμνη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
popa, madrasta, tombadilho, cocô, poop, cocô de
πρύμνη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kont, hard, bips, streng, achterste, zitvlak, achtersteven, spiegel, kak
πρύμνη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хвост, правило, строгий, корма, кормовой, суровый, задний, кормы, полуют, юта, корму
πρύμνη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
streng, akterdekk, bæsj, poop, poop'en, hyttedekk
πρύμνη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
barsk, bister, hård, sträng, poop, bajs, akterspegel, poopen, bajsa
πρύμνη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ankara, kova, perä, ahteri, hurja, tiukka, poop, kakka, peräkorokekansi, peräkoroke
πρύμνη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
agterstavn, poop, overbygning, trawlrampe, lort
πρύμνη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
záď, krutý, tvrdý, vážný, strohý, přísný, tuhý, lodní záď, hovno, poop, hovínka
πρύμνη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rufa, srogi, marsowy, tylnica, surowy, poważny, kupa, rufie, rufówka, Poop
πρύμνη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tat, kakilt, poop, kaki, hajó farán
πρύμνη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dip, yormak, osurmak, kaka, kıç, kakası
πρύμνη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
суворий, задній, хвіст, правило, корми, корму, корма, харчі, корм
πρύμνη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mut
πρύμνη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мухльо, изтощавам, акане, акото на, кърма
πρύμνη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адзаду, корму, карма, кармы, кормы, корм
πρύμνη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ahter, järeleandmatu, vöörtääv, kakamise, kaka, pupp, poop
πρύμνη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neumoljiv, nepopustljiv, odlučan, surov, krma, zagrabiti, krmena, krmnica, privremeno onesposobiti
πρύμνη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
harður, kúka, poop, skutpallur
πρύμνη στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
puppis, severus, austerus
πρύμνη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kakoti, poop, jutas, laivagalis, persti
πρύμνη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kuģa pakaļgals, poop, pakaļgala klāju, muļķītis, pakaļgals
πρύμνη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
заливам во исхрана, измет
πρύμνη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
exigent, rahat, caca, rahat de, excremente, caca de
πρύμνη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kakec, poop, kakanje, iztrebek, Krma
πρύμνη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tvrdý, kritický, lodné zadok, lodné zrkadlo
Τυχαίες λέξεις