Abgeschiedenheit στα ελληνικά

Μετάφραση: abgeschiedenheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοναξιά, απομόνωση, Ιδιωτικός
Abgeschiedenheit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgeschaltet στα ελληνικά - απενεργοποιημένο, απενεργοποιημένη, απενεργοποιείται, απενεργοποιηθεί, απενεργοποίηση
  • abgeschieden στα ελληνικά - μόνος, απομονωμένος, απομονωμένη, απομονωμένο, απόμερη, απομονωμένους
  • abgeschirmt στα ελληνικά - περίβλημα, ασπίδα, θωρακισμένο, θωρακισμένη, θωράκιση, θωρακισμένα, προστατεύεται
  • abgeschlachtet στα ελληνικά - σφάζονται, εσφάγησαν, σφαγεί, έχουν σφαγεί, που σφάζονται
Τυχαίες λέξεις
Abgeschiedenheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοναξιά, απομόνωση, Ιδιωτικός