Abwicklung στα ελληνικά

Μετάφραση: abwicklung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτέλεση, συναλλαγή, οικισμός, διεκπεραίωση, ρευστοποίηση, εκκαθάριση, δοσοληψία, νταραβέρι, ολοκλήρωση, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση
Abwicklung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abwickelnd στα ελληνικά - Χαλάρωση, Ξετυλίγοντας, Ρευστοποίηση, Ξετύλιγμα, ξετυλίγματος
  • abwickler στα ελληνικά - εκκαθαριστής, εκκαθαριστή, σύνδικος, συνδίκου, σύνδικο
  • abwinkend στα ελληνικά - περιφρονητικά, dismissively, απορριπτικά
Τυχαίες λέξεις
Abwicklung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτέλεση, συναλλαγή, οικισμός, διεκπεραίωση, ρευστοποίηση, εκκαθάριση, δοσοληψία, νταραβέρι, ολοκλήρωση, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση