Anbringen στα ελληνικά

Μετάφραση: anbringen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντοπίζω, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει
Anbringen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anblitzen στα ελληνικά - αγριοκοιτάζω, λάμψη, φλας, ανάφλεξης, λάμψη του, ανάφλεξης του
  • anblitzend στα ελληνικά - ολοφάνερος, εμφανής, καταφανής, κραυγαλέα, κατάφωρη, κραυγαλέες, εκτυφλωτικό
  • anbruch στα ελληνικά - εκπίπτω, ερχομός, αρχή, έλευση, έναρξη, πέφτω, αυγή, ...
  • anbrüche στα ελληνικά - κάταγμα, κατάγματος, θραύση, καταγμάτων, θραύσης
Τυχαίες λέξεις
Anbringen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντοπίζω, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει