Anstoß στα ελληνικά

Μετάφραση: anstoß, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρόρμηση, μύηση, παρακινώ, παροτρύνω, ορμή, αδίκημα, αδικήματος, παράβαση, παράβασης, αξιόποινη πράξη
Anstoß στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anstiftung στα ελληνικά - υποκίνηση, παρότρυνση, υποκίνησης, προτροπή, προτροπής
  • anstoßeffekt στα ελληνικά - εφαπτόμενη, υποστηρίζον, καταληκτικής, το υποστηρίζον, σύνδεση καταληκτικής
  • anstoßen στα ελληνικά - βαρώ, σουξέ, κριάρι, απεργία, χτυπώ, εμβολίζω, επιτυχία, ...
Τυχαίες λέξεις
Anstoß στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρόρμηση, μύηση, παρακινώ, παροτρύνω, ορμή, αδίκημα, αδικήματος, παράβαση, παράβασης, αξιόποινη πράξη