Aufbau στα ελληνικά
Μετάφραση: aufbau, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαρρύθμιση, ανέγερση, υπερκατασκευή, κατασκευή, δομή, δομής, διάρθρωση, διάρθρωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufarbeitung στα ελληνικά - ανακαίνιση, εργάζονται, εργασίας, εργάζεται, που εργάζονται, εργάσιμων
- aufatmend στα ελληνικά - αναστεναγμό ανακούφισης, στεναγμό ανακούφισης, ανάσα ανακούφισης, ανακούφιση, ανασάνουν
- aufbauen στα ελληνικά - ανατρέφω, διαπιστώνω, βρήκα, επιβάλλω, ανεγείρω, φυτεύω, καθιερώνω, ...
- aufbauend στα ελληνικά - κτίριο, Οικοδομικά, Οικοδομικές, Building, Κτιρίων
Τυχαίες λέξεις
Aufbau στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαρρύθμιση, ανέγερση, υπερκατασκευή, κατασκευή, δομή, δομής, διάρθρωση, διάρθρωσης
Μεταφράσεις: διαρρύθμιση, ανέγερση, υπερκατασκευή, κατασκευή, δομή, δομής, διάρθρωση, διάρθρωσης