Λέξη: παγωμένος

Σχετικές λέξεις: παγωμένος

παγωμένος καφές φίλτρου, παγωμένος ώμος ομοιοπαθητική, παγωμένος ώμος θεραπεία, παγωμένος γαλλικός καφές, παγωμένος χρόνος, παγωμένος ώμος, παγωμένος ελληνικός καφές, παγωμένος ώμος+ασκήσεις, παγωμένος δρομέας, παγωμένος πλανήτης

Συνώνυμα: παγωμένος

παγερός, παγετώδης, ζαχαρώδης, κατεψυγμένο

Μεταφράσεις: παγωμένος

παγωμένος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
icy, frosted, frozen, iced, chilled

παγωμένος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
helado, glacial, escarchado, esmerilado, helada, Frosted

παγωμένος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
frostig, eisig, kalt, matt, frosted, gefrostet, mattiert, mattierten

παγωμένος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
froid, glacial, glaciaire, glacé, glaçant, givré, dépoli, Frosted, givrée, dépolie

παγωμένος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gelido, ghiacciato, smerigliato, glassato, satinato, sabbiato, acidato

παγωμένος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
frio, gelado, ícone, fosco, geado, geada, Frosted, opacos

παγωμένος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ijzig, ijskoud, kil, mat, berijpte, berijpt, frosted, matte

παγωμένος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
холодный, заледенелый, льдистый, леденистый, морозный, леденящий, ледниковый, ледяной, замороженный, матовый, матовое, матового, матовым, матированное

παγωμένος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
frostet, matt, mattslipt, frosset, i frostet

παγωμένος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kylig, frostat, Frostad, frostade, Frosted, frostigt

παγωμένος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jäinen, hyytävä, jäätävä, himmeä, huurrettu, frosted, jäätyneet, huurtuneen

παγωμένος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
matteret, frosted, frostet, mat, matterede

παγωμένος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ledový, mrazivý, studený, matný, ojíněný, matné, matované, matného

παγωμένος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lodowy, lodowaty, oszroniony, matowy, matowe, matowego, frosted

παγωμένος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
deres, matt, csiszolt, fagyott, opál

παγωμένος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
soğuk, buzlu, buzlu cam, donmuş, frosted

παγωμένος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крижаною, льодяної, крижаний, холодний, зимний, матовий, матова

παγωμένος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i mbuluar me brymë, me krem, mbuluar me brymë, krem, akulli

παγωμένος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
заскрежен, матирано, замръзналите, заскрежена, заскрежени

παγωμένος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
холад, матавы, матава, матавае

παγωμένος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jäine, jäätunud, külmunud, härmatanud, matistatud

παγωμένος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
leden, pokriven injem, mat, matirano, frosted, mutno

παγωμένος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
matt, Frosted

παγωμένος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
matinis, matinio, apibarstytas miltiniu cukrumi, apšerkšnijęs

παγωμένος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ledains, matēts, matēta, matētas, matētu, matētais

παγωμένος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
матирано, замрзнатото, ладен

παγωμένος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mătuit, mată, înghețat, mat

παγωμένος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
leden, motnega, frosted, satinirano, motne, matiranim

παγωμένος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lečový, matný, matné
Τυχαίες λέξεις