Ausmaß στα ελληνικά

Μετάφραση: ausmaß, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναλογία, έκταση, βαθμός, διάσταση, βαθμό, μέτρο, βαθμό που
Ausmaß στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auslüften στα ελληνικά - αέρας, ατμόσφαιρα, αερίζω, Εξαερώστε, Αερίστε, Εξαερώστε την, Εξαερίστε
  • ausmalend στα ελληνικά - φωτογραφικής απεικόνισης
  • ausmeißelnd στα ελληνικά - σκάψιμο, Ιουλιανός, σμιλεύσεως, gouging
Τυχαίες λέξεις
Ausmaß στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναλογία, έκταση, βαθμός, διάσταση, βαθμό, μέτρο, βαθμό που