Baumeister στα ελληνικά
Μετάφραση: baumeister, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κτίστης, οικοδόμος, χτίστης, Builder, κατασκευαστή, Δόμηση, κατασκευαστής
Μεταφράσεις
- baum στα ελληνικά - δέντρο, έξαρση, δέντρου, δέντρων, δένδρο, δένδρων
- baumartig στα ελληνικά - δενδρικός, arboreal, δενδρόβια, δενδρόβιων, δενδρώδη
- baumelnd στα ελληνικά - κουνάμε, dangling, κρέμονται, ταλαντεύοντας, αιωρούμενα
- baumelt στα ελληνικά - κουνώ, κρεμιέμαι, Dangles, κρέμεται
Τυχαίες λέξεις
Baumeister στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κτίστης, οικοδόμος, χτίστης, Builder, κατασκευαστή, Δόμηση, κατασκευαστής
Μεταφράσεις: κτίστης, οικοδόμος, χτίστης, Builder, κατασκευαστή, Δόμηση, κατασκευαστής