Beaufschlagung στα ελληνικά
Μετάφραση: beaufschlagung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίδραση, σύγκρουση, ορμή, κρούση, εφαρμογή, εφαρμόζοντας, την εφαρμογή, εφαρμογή του, εφαρμογής
Μεταφράσεις
- bearbeitungen στα ελληνικά - μηχανική κατεργασία, μεταλλοτεχνίας, μηχανουργική, μηχανικής κατεργασίας, μηχανουργική κατεργασία
- beatmung στα ελληνικά - τεχνητή αναπνοή, την τεχνητή αναπνοή, για την τεχνητή αναπνοή, σε τεχνητή αναπνοή, τεχνητής αναπνοής
- beaufsichtigen στα ελληνικά - εποπτεύει, επιβλέπει, εποπτεύουν, επιβλέπουν, επίβλεψη
- beaufsichtigend στα ελληνικά - εποπτεία, την εποπτεία, επίβλεψη, εποπτεύει, την επίβλεψη
Τυχαίες λέξεις
Beaufschlagung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίδραση, σύγκρουση, ορμή, κρούση, εφαρμογή, εφαρμόζοντας, την εφαρμογή, εφαρμογή του, εφαρμογής
Μεταφράσεις: επίδραση, σύγκρουση, ορμή, κρούση, εφαρμογή, εφαρμόζοντας, την εφαρμογή, εφαρμογή του, εφαρμογής